Ο συντάκτης του Liverpool.gr, Παναγιώτης Ρουμελιώτης, διηγείται την ιστορία της πρώτης του επίσκεψης στο Liverpool και στο Anfield.
Καλημέρα σε όλους τους Πρωταθλητές! Έχουμε κάποιο καιρό να τα πούμε από εδώ, κυρίως η επικοινωνία μας πια γίνεται μέσω των εκπομπών μας στα Red Glasses, όμως είπα να γράψω ένα κείμενο που έχει πολύ μεγάλη δυσκολία, αφού εξιστορεί μια εμπειρία που με άφησε πολλές φορές άφωνο και με αφήνει ακόμα και σήμερα χωρίς λόγια.
Η ιστορία ξεκινάει πριν 53 χρόνια. Ο μικρός Γιώργος, κάθεται στη τηλεόραση και παρακολουθεί ένα παιχνίδι. Η αγαπημένη ΑΕΚ του πατέρα του ανταγωνίζεται με μια ομάδα ξένη για μια θέση στην επόμενη φάση του Κυπέλλου UEFA. Οι εφημερίδες της – χουντικής – Ελλάδας κάνουν λόγο για οριακά… τυπική διαδικασία της κιτρινόμαυρης μηχανής απέναντι σε κάποια Liverpool. Το παιχνίδι ξεκινά, και μπροστά στα μάτια του Γιώργου, οι Reds του Bill Shankly κάνουν πλάκα στην ελληνική ομάδα, την… κερνάνε με τρία γκολ χωρίς απάντηση και κάνουν την ρεβάνς της Νέας Φιλαδέλφειας απλή εκδρομή (για την ιστορία, 1-3 τελικό σκορ στην Αθήνα). Από εκείνη τη στιγμή, ο επτάχρονος Γιώργος ορκίζεται αιώνια αγάπη στο Liverbird.
Ένα χρόνο νωρίτερα έχει έρθει στο κόσμο η Κατερίνα. Με μητέρα που ουδεμία σχέση έχει με το ποδόσφαιρο, αλλά με πατέρα βαθιά άρρωστο με αυτό και με έναν μεγαλύτερο αδελφό, η μοίρα της είναι να ερωτευτεί τη στρογγυλή θεά. Μικρασιατικής καταγωγής ο πατέρας της, ευκόλως κατανοητό το ποια ήταν η εν Ελλάδι οπαδική τους προτίμηση. Όμως, αγαπημένος παίκτης του είναι ένας κύριος από τη Σκωτία που αγωνίζεται με το 7 στη πλάτη, εν ονόματι Kenny Dalglish. Δεδομένα, και η Κατερίνα αποκτά συμπάθεια για την Liverpool.
Καρμικά, ο Γιώργος και η Κατερίνα είναι από το ίδιο χωριό, γνωρίζονται και περίπου 25 χρόνια μετά από εκείνο το ματς, παντρεύονται. Στη πρώτη προσπάθεια, η κόρη δεν… νιώθει από ποδόσφαιρο. Δεν την αγγίζει. Αυτό μάλλον έγινε γιατί ο Θεός είχε την όρεξη να ρίξει όλο το μερίδιο της τρέλας για το άθλημα στον δευτερότοκο.
Ο γράφων έχει ψύχωση με το τρίπτυχο μπάλα – γρασίδι – δίχτυα και δεν ξεκολλάει με τίποτα. Παρά την βαθιά μετριότητα που περνάνε οι ομάδες του (ας επικεντρωθούμε στη Liverpool), η τρέλα μεγαλώνει. Περνάνε τα χρόνια, το παιδάκι γίνεται έφηβος, η ομάδα ανακάμπτει και οι τρεις μαζί μπαίνουν σε ένα αυτοκίνητο και φτάνουν ως τη Πόλη. Τελικός Super Cup, Liverpool – Chelsea ο λόγος. Τρομακτικά όμορφη εμπειρία, η οποία αφήνει ένα ερώτημα: «Πόσο καλύτερο μπορεί να είναι ένα ματς στο Anfield»;
Ο πατέρας μου είναι αεροπλανοφοβικός μέχρι αηδίας. Τελευταία φορά μπήκε σε ένα πριν καμιά τριανταριά χρόνια. Μοναδικός προορισμός που θα μπορούσε να τον βάλει στη διαδικασία να ξαναπετάξει, ήταν το Merseyside. Ετσιθελικά, οριακά με τραμπουκισμούς, εγώ και η μητέρα μου κλείνουμε ταξίδι για τρεις. Ας σκούζει για το αεροπλάνο, ας πάρει και ηρεμιστικά. Σκασίλα μας και, μεταξύ μας, διπλή σκασίλα του ιδίου, αφού η προσμονή 53 χρόνων ήταν έτοιμη να τελειώσει.
Στις 25 Φλεβάρη μπήκαμε στο αεροπλάνο και ομολογώ πως ούτε είχαμε κρίσεις πανικού, ούτε πέρασε βασανιστικά αργά η ώρα. Φτάνοντας στην χειρότερη πόλη του πλανήτη, το Manchester, μοναδική σκέψη ήταν να βρούμε γρήγορα τον οδηγό για να φύγουμε. 40 λεπτά μετά, ήμασταν στον παράδεισο.
Από εκεί ξεκίνησε ένα πενταήμερο ονειρικό. Μόνο το άκουσμα της scouse προφοράς ήταν ικανή να κάνουν τις τρίχες στον σβέρκο να χορεύουν τον Πυρρίχιο. Το ότι κάθε βήμα, κάθε ανάσα με έβρισκε στο Liverpool, μου έδινε ένα πολύ παράξενο αίσθημα ολοκλήρωσης.
Δεν έχω ταξιδέψει τον κόσμο. Δύο φορές έχω πάει εξωτερικό, και οι δύο για την ομάδα. Όσο άβολα όμως μπορεί να ένιωσα τη πρώτη φορά στην Πόλη, άλλο τόσο άνετα ένιωσα στο Liverpool. Βοηθά ότι δεν είναι μια πόλη χαοτική, έχει έναν πιο δυτικό πολιτισμό και μια κουλτούρα με την οποία μέσω των social έχω επαφή από τα 12 μου έτη, αλλά κυρίως ότι στο μυαλό μου έχει χτιστεί ως το σπίτι μου.
Ήμουν τουρίστας στη πόλη μου. Και τι πόλη…
Πανέμορφη, άνετη στο περπάτημα, με ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική στο κέντρο της, με ζωή, με πράσινο, με με με με.
Με ωραίες pub αλλά την κατάρα της τραγικής μπύρας. Λίγες οι καλές, δυστυχώς οι Βρετανοί και οι Ιρλανδοί αρέσκονται στο να πίνουν… νερά.
Περισσότερο από όλα, με ενδιέφερε πόσο καλά είναι τα λεωφορεία, γιατί μία μέρα μετά και έπειτα από πρωινή βόλτα, αυτά θα μας πήγαιναν στο ομορφότερο μέρος του γαλαξία.
Στρίβοντας στην Walton Breck Road, βλέπεις απευθείας μπροστά σου να «πετάγεται» το Kop. Δύο στάσεις μετά, είσαι μπροστά του.
«Δεν υπάρχει τρίχα στο σώμα μου που να μην έχει σηκωθεί» είπε εύστοχα ο πατέρας μου. Παρομοίως. Ένας από τους λόγους που έχω αργήσει να γράψω αυτό το άρθρο είναι επειδή δεν μπορώ να βρω τις λέξεις να περιγράψουν το συναίσθημα μου εκείνη τη στιγμή.
Θαμπώθηκα από την ομορφιά όσο περπατούσα το γήπεδο, έβγαλα φωτογραφία με το άγαλμα του Shankly, άλλη μία με το παγκάκι που φέρει το όνομα του ήρωα μου Steven Gerrard και προχωρήσαμε προς την pub που είχαμε στοχεύσει κοντά στο γήπεδο.
Στη πορεία βρήκαμε αρκετά από τα murals, τις τοιχογραφίες δηλαδή, οι οποίες αφιερώνονται σε προσωπικότητες της ομάδας και θέλουν δικό τους ξεχωριστό αφιέρωμα.
Μπύρες, burger, μαζί με ελληνική παρέα. Ήμασταν αρκετοί. Ειδική μνεία στον Αχιλλέα, ένα 26χρονο παλικάρι που κουβαλάει τέτοια απύθμενη τρέλα για το Liverbird που το πήρε απόφαση και ήρθε μόνος του για το ματς. Βρήκε εκεί παρέα, αλλά θέλει… guts αυτή η απόφαση. Ή τόσο μεγάλη αγάπη για την ομάδα. Εσείς αποφασίζετε.
Παρέα είχα και ένα παλικάρι από το Newcastle, οπαδός της τοπικής United, με την οποία παίζαμε εκείνη τη μέρα, είχε έρθει ως φιλοξενούμενος στη πόλη και τον οποίο είχα γνωρίσει κάποιους μήνες πριν στην Αθήνα. Τυπάρα ο Tom, μάλλον τώρα συνέρχεται από το hangover που το άφησαν τα πανηγύρια για τη κατάκτηση του Carabao Cup. Χαλάλι του, το άξιζαν παραπάνω.
Βράδιασε, φάγαμε τρελό κρύο, αν και ήμουν ντυμένος σαν Εσκιμώος, και αφού υποδεχθήκαμε το πούλμαν στην Anfield Road, πήγαμε προς την θύρα.
Ας κουράστηκα στα σκαλιά. Δεν πειράζει. Δεύτερη σφαλιάρα που με αφήνει μέχρι τώρα χωρίς λόγια, η στιγμή που απλώθηκε μπροστά μου Ο ΝΑΟΣ.
Οι πρώτες φορές είναι περίεργες. Χτίζουμε κάτι ως τόσο σπουδαίο στο κεφάλι μας που και καλό να είναι, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες.
Η πρώτη μου φορά στο Anfield χρειάστηκε να ξεπεράσει προσδοκίες που είχαν φτάσει στο Φεγγάρι. Εκείνη ταξίδεψε μέχρι τον άπειρο και ακόμα παραπέρα.
Νόμιζα πως ήξερα ακριβώς τι σημαίνει Liverpool. Έχω περάσει τα τελευταία δέκα χρόνια να διαβάζω φανατικά κάθε λεπτομέρεια της ιστορίας της, της πόλης της. Έχω ενημερωθεί πολιτικά, κοινωνικά, αθλητικά για το Merseyside και τη Βρετανία.
Κι όμως, άμα δεν ζήσεις και το matchday στο Anfield, δεν μπορείς να αντιληφθείς ακριβώς τι είναι η Liverpool Football Club.
Ένας κύριος που καθόταν από δίπλα μου με ρώτησε αν έρχομαι κάθε εβδομάδα. Του έκανε εντύπωση που δεν έβγαλα τον σκασμό, που ήξερα όλα τα συνθήματα και που ζούσα τόσο έντονα το παιχνίδι. Όντως, με συνεπήρε η ατμόσφαιρα. Σε αρκετά σημεία έπιασα τον εαυτό μου να κοιτάει τη κερκίδα περισσότερο από το ματς. Ποτέ δεν είμαι ήρεμος στο γήπεδο, ποτέ δεν βλέπω ήρεμα Liverpool, καλώς ή κακώς, άρα το να μην έχω φωνή στο τέλος δεν ήταν καινούργιο, όμως αυτή τη φορά το έκανα με περισσότερη χαρά και λιγότερο άγχος.
Βαθιά μέσα μου καιγόμουν για την νίκη βέβαια και πάλι καλά Szoboszlai και Mac Allister φρόντισαν για το τρίποντο.
Βγήκαμε – δυστυχώς – από το Anfield, τρελαθήκαμε στα «We’re gonna win the League» και πήραμε το δρόμο για το κέντρο. Με τον Αχιλλέα ψηθήκαμε να το περπατήσουμε, 40 λεπτά απόσταση σε κατηφόρα, όμως κάναμε το χατίρι στους υπόλοιπους να πάρουμε το λεωφορείο.
Άλλο πολιτισμικό σοκ. Για όποιον πάει, μην φοβηθείτε την ουρά, σε ένα τέταρτο θα κάθεστε μέσα στο λεωφορείο. Τρομακτική οργάνωση στα μάτια ενός Βαλκάνιου.
Οι επόμενες μέρες ήταν εξίσου μαγικές. Είχαν tours, αξιοθέατα, μουσεία, ξανά Anfield για το tour του γηπέδου και του μουσείου (άλλη σφαλιάρα από εκεί).
Συμβουλές προς όλους όσους βρεθούν στη πόλη: περπατήστε την όσο γίνεται περισσότερο, πηγαίντε στα Docks και μιας και είστε εκεί, εκμεταλλευτείτε τα hop on – hop off. Ειδικά αυτό που είναι αφιερωμένο στους Beattles σε πάει σε σημεία αρκετά έξω από το κέντρο και ανακαλύπτεις και άλλες πτυχές της περιοχής, εκτός βέβαια από το ότι μαθαίνεις για το άλλο τεράστιο κομμάτι της, το συγκρότημα που την έβαλε στο χάρτη.
Αν έχετε χρόνο, που εγώ δεν είχα, σκεφτείτε να βγείτε λίγο προς τα έξω. Προς Chester, Ουαλία. Υπάρχουν και αφιερωμένα μονοήμερα tours που σε πάνε σε τρομακτικά όμορφα σημεία της περιοχής, μακριά από τη βαβούρα της πόλης, σε τοπία που ακόμα και τον – πάμπλουτο και χορτασμένο σε αυτό τον τομέα – Έλληνα εντυπωσιάζουν.
Φοβήθηκα πηγαίνοντας ότι θα νιώσω τουρίστας. Δεν ήμουν εκεί για τουρισμό. Ήμουν εκεί για να γνωρίσω από κοντά μια πόλη που ειλικρινά νιώθω δεύτερο σπίτι και να βοηθήσω την ομάδα να πάρει τους τρεις βαθμούς. Business trip ήταν.
Έφυγα με ευχή να μπορούσα να ζω εκεί, σε αυτή τη μαγική πόλη, με μια δουλειά που να με αφήνει να πηγαίνω σε away days, με μια σκέψη για σπουδές, με τροφική δηλητηρίαση (γιατί κάτι έπρεπε να πάει στραβά) και με μια υπόσχεση.
Liverpool, θα επιστρέψω.
Now I’ve swung back down again
It’s worse than it was before
If I hadn’t seen such riches
I could live with being poor